Ελένη Παπαδάκη η αδικοχαμένη στα Δεκεμβριανά ηθοποιός
- Δευτέρα, 20 Ιούνιος 2022 21:21
- Γιώργος Παπακωνσταντής
- Ιστορία
" Θάνατος στη πουτάνα", το πλέον επώνυμο θύμα μιας μαύρης σελίδας της ιστορίας μας, των Δεκεμβριανών. Από εύπορη οικογένεια Φαναριώτικης καταγωγής, απόφοιτος της Γερμανικής Σχολής Αθηνών με σπουδές φιλολογίας, φωνητικής, μουσικής, μιλούσε απταίστως γερμανικά, αγγλικά, γαλλικά, ιταλικά, έπαιζε Μπετόβεν στο πιάνο της και απάγγελνε Αισχύλο σε τέλεια αρχαία ελληνικά, στο πρωτότυπο Γκαίτε και Σίλερ. Το ντεμπούτο της, 17 ετών, στη παράσταση " Έξι πρόσωπα ζητούν συγγραφέα" χαρακτηρίστηκε ως αποκάλυψη, 26 ετών στην Επίδαυρο παίζει Κλυταιμνήστρα στην πρώτη παράσταση τραγωδίας στον σύγχρονο χριστιανικό κόσμο. Δυστυχώς για εμάς τους νεότερους, οι ερμηνείες της δεν έχουν διασωθεί, στον κινηματογράφο κάνει μόνο μια εμφάνιση, το καλλιτεχνικό αποτέλεσμα δεν την ικανοποίησε, τελειομανής όπως ήταν, δεν ξανα-ασχολήθηκε, αφιερώθηκε στο θέατρο
Φωτο 1. 1938, στην «Ζακυνθινή σερενάτα», του Διονύση Ρώμα, πάνω στην σκηνή τα ιερά τέρατα Παξινού, Μυράτ, Κατράκης, Μανωλίδου κ.α, το υποκριτικό αυτό φαινόμενο δεν αρνείται να παίξει τον σύντομο ρόλο μιας ιταλίδας πριμαντόνας για λίγα μόνο λεπτά, με ένα ντέφι χορεύει ταραντέλα, λέει 42 λέξεις μόνο και αυτές στα ιταλικά και τους αφήνει όλους άναυδους. «Το τι κατάφερε να κάνει η Ελένη με αυτό το ρολάκι, ούτε εγώ που το είχα γράψει δεν μπορούσα να φανταστώ» ομολογεί ο ίδιος ο Ρώμας. «Κατάλαβα για πρώτη φορά πόσα χρωστάμε στους ευλογημένους από τη μοίρα εκτελεστές των φτωχών έργων μας» συμπλήρωνε.
Όταν οι ερμηνευτικές απαιτήσεις ήταν υψηλές έλεγαν «αυτός ο ρόλος θέλει Παπαδάκη» ακόμη και η Μαρία Κάλλας «πάτησε» πάνω στις ερμηνείες της. Ο Μάριος Πλωρίτης, για χρόνια κορυφαίος κριτικός θεάτρου λέει στον επίσης κορυφαίο κριτικό Κώστα Γεωργουσόπουλο « «Έχεις λόγω ηλικίας μια αναπηρία στην άσκηση του λειτουργήματος, δεν έχεις δει την Ελένη Παπαδάκη!»
ο τελευταίος της ρόλος ως Εκάβη, ανάγκασε μέχρι και τον Άγγελο Σικελιανό που δεν είχε ασχοληθεί ποτέ με θεατρική κριτική να γράψει «Η ερμηνεία της ένα γεγονός, που πολύ ολίγα όμοια του μπορούμε να απαντήσουμε στην ιστορία ολόκληρη της ηθοποιίας!»
Ανήσυχο, φιλελεύθερο πνεύμα, αντισυμβατική, οδηγούσε αυτοκίνητο, κάπνιζε, κυκλοφορούσε με γούνες και το σκυλάκι της τον Μπόντζο, εραστής της η πρώτη βιόλα της Κρατικής Ορχήστρας Αθηνών, ο Εβραϊκής καταγωγής Σαμ Μπράντεμπουργκ. Η προσωπική της ζωή και το ταλέντο της πηγή φθόνου, συνάδελφοι της που συμμετείχαν στον Χορό λιποθυμούν κατά τη διάρκεια της παράστασης με στόχο να διακόψουν την ερμηνεία της, μια γνωστή ηθοποιός παραδέχεται ότι ενώ την μισούσε «κρυβόταν στα παρασκήνια και έκλεινε τα μάτια της μόνο και μόνο για να ακούσει την θεϊκή της φωνή» .
Οικογενειακή φίλη μέσω του πατέρα της με τον δοσίλογο πρωθυπουργό της Κατοχής Ιωάννη Ράλλη, κατηγορήθηκε ότι είχε ερωτική σχέση μαζί του «… εδώρισε στο γεροντικό του έρωτα μια ζώνη από πλατίνα αξίας εκατοντάδων εκατομμυρίων ενώ ο λαός πεθαίνει από την πείνα»… « δικός του σοφέρ την μετέφερε με τη λιμουζίνα του στο θέατρο»… «ο Ράλλης περνά νομοσχέδιο ώστε να την παντρευτεί με τέταρτο γάμο», μερικοί την αποκαλούν κυρία Ράλλη! Τον Μάρτιο του 1944, οι εργαζόμενοι του Εθνικού Θεάτρου απέργησαν ζητώντας αύξηση μισθών, η κυβέρνηση Ράλλη απάντησε με απολύσεις, οι αντιθέσεις οξύνθηκαν.
Το ποτήρι που ξεχείλισε, η Βάσω Αργυριάδου, η μοδίστρα του θεάτρου συλλαμβάνεται από τους Γερμανούς μια που δεν μπορούν να βρουν τους δυο αντιστασιακούς γιους της. Η Ελένη κάνει τα πάντα για να την αφήσουν, πάει στον αρχηγό της Γκεστάπο, της λένε αν θέλει να σωθεί να πει που κρύβονται τα παιδιά της, ταραγμένη επιστρέφει στο θέατρο εκεί που την περίμεναν με αγωνία οι συνάδελφοι της «τα καθάρματα, μου ζήτησαν να παραδώσει τα παιδιά της» ένας συνάδελφος της (συνάδελφος τρόπος του λέγειν) σπεύδει στους διαδρόμους φωνάζοντας « η πουτάνα η Παπαδάκη είπε αν θέλει να σωθεί να παραδώσει τα παιδιά της», η είδηση μεταδόθηκε αστραπιαία, το μίσος φούντωσε, στον επικήδειο της μοδίστρας που εκφώνησε η Αλέκα Παϊζη μίλησε για "κύκλους που μπορούσαν να σε σώσουν και δεν το έκαναν", η αρχή του τέλους της κι ας επιβεβαιώνεται μέσα από επιστολές της Λιλίκας Νάκου, του Σικελιανού, του Χορν, του ενδυματολόγου Αντώνη Φωκά ότι έσωσε πολλούς πατριώτες, «το δράμα της ήταν διπλό», τονίζει ο Μάνος Καρατζογιάννης «δεν ανήκε σε κάποιο κόμμα ούτε καν στην εποχή της».
20 Οκτωβρίου 1944, λίγες μέρες μετά την Απελευθέρωση, το Σωματείο Ελλήνων Ηθοποιών δημοσιεύει στον τύπο λίστα με ονόματα ΟΙ ΠΡΟΔΟΤΑΙ ΗΘΟΠΟΙΟΙ, η Ελένη Παπαδάκη στην δέκατη θέση. Ο Δημήτρης Μυράτ αφηγείται: Η Ελένη ήταν φίλη μου, είχε τεράστια μόρφωση, οι κουβέντες μας υψηλής ποιότητας. Ήμουν Γραμματέας του ΕΑΜ Θεάτρου. Όταν πληροφορήθηκα τι τεκταίνεται από το Σωματείο, πήγα στα γραφεία να διαμαρτυρηθώ: Τι είναι αυτά που ετοιμάζονται, θ' αφήσετε ηθοποιούς να δικάσουν συναδέλφους των; Στο τέλος τους έπεισα. Γύρισα στην πρόβα μου ήσυχος. Σε λίγο στο τηλέφωνο με ενημερώνουν ότι η δίκη θα γίνει γιατί το θέλει το ΚΚ». «Να χέσω εσένα και το ΚΚ και παραιτήθηκα».
Στο προεδρείο των ηθοποιών, στον κεντρικό ρόλο του Μεγάλου Ιεροεξεταστή, ο μεγαλύτερος Έλληνας ηθοποιός του 20ού αιώνα, ο Αιμίλιος Βεάκης, αρχικά φανατικός Βενιζελικός, στη συνέχεια υμνητής του βασιλιά Κωνσταντίνου, στην κηδεία του Μεταξά του γράφει ποίημα για να τελειώσει το βίο του ως φανατικός αριστερός!.
Γράφει ο ποιητής Μάνος Ελευθερίου: Πώς κατόρθωσαν όλοι οι ασήμαντοι να πείσουν αυτό το βουνό, τον Βεάκη να «ηγηθεί» μιας τέτοιας κατάπτυστης κατάστασης. Μήπως του υποσχέθηκαν τιμές και δόξες, μήπως του υπενθύμισαν τις μετάνοιες που έκανε σε κάθε πρωθυπουργό; Μήπως τον εκβίασαν για κάτι που κανείς δεν γνωρίζει ή τον απείλησαν ότι κινδυνεύει ο ίδιος και η οικογένειά του; Άγνωστο.
Ο ίδιος ο Αιμίλιος Βεάκης, όταν τέλειωσαν οι παραστάσεις του έργου «Ταπεινοί και καταφρονεμένοι» της αφιερώνει χειρόγραφα: «Στη μεγάλη μου συνάδελφο κι ευγενική φίλη Ελένη Παπαδάκη με την ευγνωμοσύνη μου για την αριστοτεχνική ενσάρκωση του ρόλου της Νατάσας…Μην ξεχάσεις, ποτέ σου αυτό το θρίαμβο, γιατί η θύμησή του θα σου φέρνει στο νου, για αιώνιο μάθημα, ΠΩΣ ΕΚΕΙΝΟ ΠΟΥ ΑΞΙΖΕΙ ΘΡΙΑΜΒΕΥΕΙ ΠΑΝΤΑ ΣΤΟ ΠΕΙΣΜΑ ΤΩΝ ΑΝΑΞΙΩΝ ΚΑΙ ΤΩΝ ΜΟΧΘΗΡΩΝ». Δέκα χρόνια αργότερα, η Ελένη, καθισμένη στα θεωρεία μαζί με το άντρα της Κυβέλης, παρακολουθεί την «δίκη των ηθοποιών» με τον ίδιο τον «φίλο» της Αιμίλιο Βεάκη να πρωτοστατεί στην καταδίκη της «Θάνατος στην πουτάνα» ήταν το σύνθημα!
Πέμπτη, 21 Δεκεμβρίου, μέσα στα Δεκεμβριανά, συντεταγμένο κράτος δεν υπήρχε, η περιοχή όπου έμενε η Παπαδάκη Ιακωβίδου 28, στα Πατήσια, στο έλεγχο του ΕΑΜ. Σύλληψη στο σπίτι του Μυράτ, λίγα τετράγωνα πιο δίπλα. Περνάνε από τα γραφεία του ΕΑΜ, Πατησίων 314, για να αναφέρουν ότι η εντολή εξετελέσθη, ο Μυράτ καθησυχάζει ότι θα την κρατήσουν για ανάκριση και θα την αφήσουν ελεύθερη. Η ανάκριση στην Πολιτοφυλακή του ΕΑΜ της γειτονιάς, οδός Πολυλά και Ροστάν. Η Ελένη ανυπομονούσε για την δίκη, μέγα και βλακώδες λάθος της. Υπολόγιζε ότι θα παρουσιαζόταν σε κάποιο «πολιτισμένο» δικαστήριο μαζί με δικηγόρους για να αποστομώσει τους συκοφάντες! είχε ντοκουμέντα, σημειώματα και επιστολές, έσωσε 32 κρατούμενους από το εκτελεστικό απόσπασμα, άλλοι αποφυλακίστηκαν.
Μέσα στα μεσάνυχτα, ξεκίνησε η ανάκριση. - είστε η κυρία Ράλλη; - Δεν σας καταλαβαίνω, ο πατέρας μου ήταν φίλος με τον κύριο Ράλλη, έχει νέα και όμορφη γυναίκα, αν ήμουν γυναίκα του, θα φοβόμουν, θα πήγαινα να κρυφτώ» την χαστουκίζουν « δεν σας λέω ψέματα! Δεν ήξερα ότι θα με πιάνατε, αλλιώς θα έφερνα και αποδείξεις!».
Μια μαύρη Φόρντ την μεταφέρει στα Διυλιστήρια της ΟΥΛΕΝ στο Γαλάτσι, έτρεμε από το κρύο και το φόβο και κλαίγοντας τους παρακαλούσε, την έσυραν κοντά σε ένα ανοιγμένο λάκκο, την έγδυσαν με την βία. Η διαταγή ήταν εκτέλεση με τσεκούρι, όμως, ποιος ξέρει, ενοχές; οίκτος ή οι θρήνοι της; ο δολοφόνος της προτίμησε να της φυτέψει δύο σφαίρες στο σβέρκο, τυχερή, δεν βασανίστηκε περισσότερο. Πριν χρόνια, στην Κων/πολη, κάποια διάβασε την μοίρα της «Να φοβάσαι το νερό και το σίδερο». Και να που έγινε, τα Διυλιστήρια της ΟΥΛΕΝ και η σφαίρα! (στα σχόλια, οι πρωταγωνιστές της εκτέλεσης)
Παρέμεινε αγνοουμένη για ένα μήνα. Στις 26 Ιανουαρίου 1945, κατά την εκταφή πτωμάτων στον περίβολο των Διυλιστηρίων βρέθηκε το πτώμα σ’ ένα λάκκο μαζί με τρεις τέσσερις άλλους.
Με μια κομπινεζόν ανασηκωμένη γύρω απ’ το θώρακα, με τις ζαρτιέρες ζωσμένες στη μέση, το σώμα της γεμάτο κακώσεις και μια σφαίρα φυτεμένη στον αυχένα. Μόλις διαδόθηκε το νέο, μαθητές και μαθήτριες της Δραματικής σχολής του Εθνικού Θεάτρου προσήλθαν και κάλυψαν το σώμα με κλαριά. Το σοκ στην κοινωνία τεράστιο, η δολοφονία της μεταστρέφει την κοινή γνώμη εναντίον του ΕΑΜ και του ΚΚΕ! «Όπως το αίμα του Ίωνος Δραγούμη κατέστρεψε τον Ελευθέριο Βενιζέλο, έτσι πιστεύω πως το αίμα της Παπαδάκη κατέστρεψε το ΕΑΜ» λέει ο Μυράτ.
Το ΚΚΕ αποποιείται κάθε ευθύνη, όταν γύρισε από το Νταχάου, ο ΓΓ του ΚΚΕ Νίκος Ζαχαριάδης στον κατάμεστο κινηματογράφο Τιτάνια της οδού Πανεπιστημίου είπε το περίφημο «Ήταν κάτι περισσότερο από έγκλημα, ήταν σφάλμα!». Ο Ριζοσπάστης γράφει « μέσα στο κλίμα της αντικομμουνιστικής υστερίας, η δολοφονία της Παπαδάκη αποτέλεσε «θείο δώρο» προς την ελληνική αστική τάξη και τους συμμάχους της».
Ένα χρόνο μετά επισήμως υποστηρίχθηκε ότι οι εκτελεστές της είχαν στρατολογηθεί από την Ιντέλιτζενς Σέρβις με εντολή να σκοτώσουν την Παπαδάκη και να συκοφαντηθεί το ΕΑΜ! , ότι κάνει κακό στο κόμμα, προβοκάτσια και πρακτοριλίκη!
Ο Μάνος Ελευθερίου τους ειρωνεύεται «Πράκτορες, λοιπόν όπως λίγο αργότερα πράκτορες ήταν ο άγιος Νίκος Πλουμπίδης, ο ίδιος ο Ζαχαριάδης, ο Τρότσκι και εκατομμύρια στρατιωτικοί και πολίτες της Σοβιετικής Ένωσης που πήγαν άδικα των αδίκων!» δεν ενοχοποιεί το ΚΚΕ για την ίδια την δολοφονία αλλά διότι έδωσε το βήμα και την δυνατότητα στους φυσικούς και ηθικούς αυτουργούς της.
Η Παπαδάκη είχε πράγματι σχέσεις με τους Γερμανούς, με Γερμανική παιδεία, μιλούσε άπταιστα Γερμανικά, την είχαν δει να πίνει καφέ στο Zonars με αξιωματικούς, συνδιαλεγόταν μαζί τους μιλώντας για Μπετόβεν και Γκαίτε. Η στάση της ερμηνεύτηκε ως η εκπρόσωπος της αστικής Αθήνας που προσπαθεί με διαλλακτικούς τρόπους να επικοινωνήσει μαζί τους και να σώσει ότι μπορεί να σωθεί, συμβόλιζε μια συναινετική πολιτική με στόχο τις μικρότερες απώλειες μέχρι την φυγή των Γερμανών. Ο βιογράφος της Π. Μαρσάν, τοποθετεί τον θάνατο της στον μικρόκοσμο της καλλιτεχνικής κοινότητας και τις καλλιτεχνικές αντιζηλίες, θεωρεί κύριο λόγο τον συναδελφικό φθόνο, σε κοινό και κριτικούς είχε ξεπεράσει και την Παξινού σε δημοφιλία!
28 Ιανουαρίου 1945, ήταν ημέρα Κυριακή, κηδεύεται στην εκκλησία του Αγίου Γεωργίου Καρύτση, θρηνήθηκε ως εθνική απώλεια. Το φέρετρο της δεν το αφήνει στιγμή η Άννα Καλουτά, στη φωτογραφία στην οδό Φιλελλήνων διακρίνονται οι Λογοθετίδης, Μερκούρη, Καλουτά, Ανδρεάδη, Κοτοπούλη, Μουσούρης, Φιλιππίδης, Νέζερ, Νικολαϊδου, Σαμ Μπράντεμπουργκ, η αδελφή της Παξινού και ο αδελφός της Μιχάλης Παπαδάκης.
Ο Άγγελος Σικελιανός αναφωνεί « Μνήσθητι Κύριε: Για την ώρα που άξαφνα, κ΄ οι εννιά αδερφές (οι Μούσες) εσκύψαν να της βάλουνε των αιώνων το στεφάνι» γραμμένο και στον τάφο της στο Α’ Νεκροταφείο.
Η Ελένη Βλάχου γράφει στην «Καθημερινή». «Για σκεφθείτε τι θα είχε γίνει στην Ελλάδα και στον κόσμο όλο, αν η Ελένη Παπαδάκη ήταν κομμουνίστρια», «Τι ποιήματα, τι θρήνος, τι βιβλία, τι αγάλματα θα είχε εμπνεύσει, τι δρόμοι, τι θέατρα θα έφεραν το όνομά της. Αλλά ήταν δικιά μας και συνεπώς δεν την κλάψανε ούτε οι άλλοι αλλά ούτε και εμείς!».
Οι δύο σκηνές του Εθνικού Θεάτρου έχουν τα ονόματα της Μαρίκας Κοτοπούλη και της Κατίνας Παξινού, το όνομα της Παπαδάκη, η τρίτη της «Αγίας Τριάδας του Ελληνικού Θεάτρου» δεν είχε τιμηθεί ποτέ και από κανέναν. Τον Οκτώβριο του 2019 ο Δημήτρης Λιγνάδης ο νέος διευθυντής του Εθνικού Θεάτρου έδωσε το όνομα της στο ισόγειο αίθουσας του "Ρεξ". Το ωραιότερο μνημόσυνο να παιχτεί στην μνήμη της στην ίδια αίθουσα η συγκλονιστική παράσταση « Για την Ελένη» βασισμένη στο αρχείο που συγκέντρωσε ο αλησμόνητος Μάνος Ελευθερίου για τις ανάγκες του βιβλίου του «Η γυναίκα που πέθανε δυο φορές», την αδικοχαμένη ηθοποιό ερμηνεύει μοναδικά η Μαρία Κίτσου, η αγαπημένη «Λενιώ» από τις " Άγριες Μέλισσες!"
Ο Αλέξης Σολομός στον επικήδειο: «…Χρειάζεται να φανούμε μεγάλοι, να φανούμε τέλειοι για να μπορέσουμε να ονομαστούμε χωρίς τύψεις συνάδελφοι της Ελένης Παπαδάκη (…) κοιμήσου ειρηνικά, αγαπημένη φίλη… Ίσαμε επάνω δεν φτάνουν μήτε η αρρώστια μιας εποχής, μήτε μιας φυλής η παραφροσύνη. Μια λέξη ακόμα: συγχώρεσέ μας…»
πηγή: Δημήτρης Τριάντος, facebook