Πολλοί επιστήμονες έχουν διερευνήσει τις επιπτώσεις που έχει η ηλικία της μητέρας στην ψυχική υγεία των παιδιών τους, καθώς μεγαλώνουν, αλλά αυτή ίσως να είναι μία από τις ελάχιστες (αν όχι η πρώτη) έρευνα, η οποία θέτει το ερώτημα κατά πόσο η ηλικία του πατέρα μπορεί να επηρεάσει τα μικρά τους! Μάλιστα, η ερευνητική ομάδα που αποτελείται από πληθώρα επιστημόνων προερχόμενων από διάφορους τομείς, όπως γενετική, ψυχιατρική, επιδημιολογία και βιολογία, κατέληξαν στο συμπέρασμα πως η ηλικία των ανδρών έχει ιδιαίτερα σημαντικά αποτελέσματα στις κοινωνικές δεξιότητες που αναπτύσσουν τα παιδιά από το νηπιακό έως το εφηβικό στάδιο!
Η έρευνα που δημοσιεύτηκε στην περιοδική έκδοση της Αμερικανικής Ακαδημίας Παιδικής και Εφηβικής Ψυχιατρικής, ανέλαβε να αναλύσει δείγμα 15.000 δίδυμων αδερφών από τη Μεγάλη Βρετανία, εστιάζοντας στα αναπτυξιακά μοτίβα σε επίπεδο κοινωνικότητας και σημειώνοντας τις διαφορές σε τομείς, όπως η υπερκινητικότητα, ο συναισθηματισμός και οι συμπεριφορές προς τους συνομηλίκους τους. Έπειτα, σύγκριναν τα αποτελέσματα με την πατρική ηλικία για να διαπιστώσουν εάν επηρεάζει περισσότερο τα παιδιά, ακόμη και σε σχέση με την κληρονομικότητα και τις περιβαλλοντικούς παράγοντες.
Τα αποτελέσματα έδειξαν πως τα παιδιά με μπαμπάδες μικρότερους των 25 ετών και μεγαλύτερους των 51 είχαν πιο ανεπτυγμένες κοινωνικές συμπεριφορές, αλλά έως ένα βαθμό. Αυτό σημαίνει, πως μέχρι να φτάσουν την εφηβεία, αυτά τα παιδιά είχαν μείνει “πίσω” σε σχέση με συνομηλίκους που είχαν μπαμπάδες μέσης ηλικίας. Επιπλέον, η γενετική ανάλυση αποκάλυψε πως η επικοινωνιακή ανάπτυξη επηρεάζεται από κληρονομικούς παράγοντες και όχι περιβαλλοντικούς: “Η αυξημένη σημασία των γενετικών παραγόντων στους απογόνους μεγαλύτερων, αλλά όχι των πολύ νέων, ανδρών δείχνει πως θα μπορούσαν να υπάρχουν διαφορετικοί μηχανισμοί πίσω από αυτά τα αποτελέσματα που συναντώνται στις δύο ακραίες ηλικιακές ομάδες” σημειώνει η επικεφαλής της έρευνας, Dr. Magdalena Janecka. Η ίδια επισημαίνει: “Παρ’ ό,τι τα ευρήματα στις συμπεριφορικές ενδείξεις των δύο κατηγοριών ήταν παρόμοιες, οι παράγοντες μπορεί να είναι απολύτως διαφοροποιημένες”.
Πηγή:tlife